Ως υπεργλυκαιμία νηστείας που χρήζει αντιμετώπισης είναι η τιμή των 140 mg/dl και άνω. Η υπογλυκαιμία καθορίζεται με επίπεδα σακχάρου αίματος 70 mg/dl και κάτω. Σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, συνιστάται τα επίπεδα σακχάρων νηστείας (προγευματικά) να είναι < 140 mg/dl και οποιαδήποτε τυχαία μέτρηση γλυκόζης αίματος να είναι < 180 mg/dl. Τα επίπεδα αυτά θεωρείται ότι μπορεί εύκολα να επιτευχθούν και εκτιμώνται ασφαλή, εξατομικευμένα, όμως, πάντοτε ανάλογα με τη γενική κατάσταση του ασθενούς. Γενικότερα, πιο αυστηρός μπορεί να είναι ο γλυκαιμικός έλεγχος σε ασθενείς σε καλή γενική κατάσταση και με καλά ρυθμισμένο το διαβήτη τους πριν την εισαγωγή τους, ενώ αντίθετα οι θεραπευτικοί στόχοι είναι χαμηλοί, όταν ο ασθενής παρουσιάζει υψηλή συννοσηρότητα ή είναι σε βαριά γενική κατάσταση.
Σχεδόν πάντα, η ινσουλινοθεραπεία πρέπει να είναι η προτιμώμενη ενδονοσοκομειακή αντιδιαβητική αγωγή. Οι λόγοι για τους οποίους δε συνιστάται η χρήση των αντιδιαβητικών δισκίων κατά τη νοσηλεία έχουν να κάνουν με τις αντενδείξεις ή παρενέργειές τους στην έκβαση της νοσηλείας, τη συχνά μη σταθερή σίτιση και την ανάγκη χρήσης σκιαγραφικών. Η υποδόρια χορήγηση είναι η συνιστώμενη οδός. όταν ο ασθενής δεν είναι σε βαριά κλινική εικόνα. Σε ένα επαρκώς σιτιζόμενο νοσηλευόμενο διαβητικό, το 60-80% των συνολικών του ημερήσιων αναγκών θα χορηγείται με τη βασική ινσουλίνη, ενώ οι υπόλοιπες μονάδες θα κατανέμονται στις προγευματικές χορηγήσεις και στις τυχόν διορθωτικές δόσεις.
Οι συνολικές ημερήσιες βασικές ανάγκες υπολογίζονται αδρά με τον κανόνα 0,3-0,6 μονάδων ανά κιλό βάρους σώματος, διορθωμένες αναλόγως του υπέρβαρου του ασθενούς, της θεραπείας του και της νοσηρότητάς του. Η χορήγηση συνδυασμού βασικής και μιας δόσης προγευματικής ινσουλίνης συνιστάται σε ασθενείς με πτωχή σίτιση, ενώ θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση της μεθόδου της κλίμακας ταχέως δράσης ινσουλίνης ως μέθοδος εκλογής.
Θα πρέπει, όμως, πάντα να συνεκτιμάται στον υπολογισμό των δόσεων ινσουλίνης, η πιθανή παρουσία νεφρικής ανεπάρκειας ή η τυχόν θεραπεία με κορτικοειδή. Δεν είναι πάντα απαραίτητη η διακοπή χρήσης της αντλίας ινσουλίνης, αρκεί βέβαια ο ασθενής κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να διατηρεί σε φυσιολογικό επίπεδο τη φυσική του κατάσταση και να έχει πνευματική διαύγεια. Η υποδόρια χορήγηση θα πρέπει να διακόπτεται τουλάχιστον 24 ώρες πριν μια μείζονα χειρουργική επέμβαση που μετεγχειρητικά ο ασθενής δε θα σιτισθεί για κάποιο χρονικό διάστημα και θα αντικατασταθεί με τη συνεχή ενδοφλέβια χορήγηση ινσουλίνης, με προσαρμοζόμενη ροή το αργότερο ανά 4ωρο με βάση τις τιμές σακχάρου του.
Θα επιστρέψουμε στην υποδόρια με την επανέναρξη της σίτισης. Τέλος, θα πρέπει να καταγράφονται τα υπογλυκαιμικά συμβάντα και να δοθεί μεγάλη φροντίδα για την πρόληψη νέων αλλά και την άμεση αντιμετώπισή τους σε περίπτωση που εμφανισθούν.
Γράφει…
Παναγιώτης Χαλβατσιώτης
Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας, Β΄ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική – Μονάδα Έρευνας & Διαβητολογικό Κέντρο Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «Αττικόν»