Τον πρωτογνώρισα ως ειδικευόμενος και στη συνέχεια ως επιμελητής στον Ευαγγελισμό. Δεν τον είχα καθηγητή (απεφοίτησα από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου της Θεσσαλονίκη). Το όνομά του προφερόταν με ένα είδος ευλαβικού δέους. Θυμάμαι όλους τους γιατρούς της Κλινικής στην οποία υπηρετούσα, να συνωστιζόμαστε στην πόρτα του γραφείου μας, στο ισόγειο του παλαιού κτιρίου, περιμένοντας να περάσει ο Γαρδίκας για επίσκεψη στους πάνω ορόφους (ο ανελκυστήρας ήταν στο τέρμα του διαδρόμου), για να ακούσουμε εκείνο το χαμογελαστό, στεντόρειας απήχησης «καλημέρα σας, κύριοι συνάδελφοι», που πάντοτε έλεγε πρώτος, με μια μικρή κάμψη της κεφαλής, δίκην υποκλίσεως, που ποτέ δεν μπόρεσα να ξεδιαλύνω αν ήταν δείγμα φιλοφρόνησης ή φιλική ειρωνεία. Μπορεί και τα δύο.
Στις συναντήσεις των κλινικών στο «Δώμα», η παρουσία του Γαρδίκα έδινε ζωή και κύρος και δημιουργούσε εξαιρετικό επιστημονικό ενδιαφέρον. Τον ακούγαμε όλοι, με θαυμασμό, να αναλύει τα περιστατικά που παρουσιάζαμε με την ολύμπια φωνή και αταραξία που τον διέκρινε και εκείνον τον σκωπτικό, δηκτικό αλλά και πατρικό, κατά την περίπτωση, τρόπο. Τον θαυμάζαμε, καθώς ξεδίπλωνε τις απέραντες γνώσεις του και την ορθοτομούσα κρίση του μπροστά στα γοητευμένα από την όλη παρουσία, μάτια μας. Όλων, ειδικευομένων, επιμελητών, διευθυντών, άλλων καθηγητών. Το «Δώμα» έπαιρνε ζωή και η μυσταγωγία της κλινικής ιατρικής φανερωνόταν σε όλο της το μεγαλείο, όταν κατέβαινε ανάμεσά μας ο Γαρδίκας.
Το 1982, το νέο Διοικητικό Συμβούλιο του Νοσοκομείου του στέρησε τον τίτλο του συμβούλου-ιατρού του νοσοκομείου, δείχνοντας ασύγγνωστη μικροψυχία και ξεχνώντας ότι, ή μάλλον ανίδεοι όντες ότι «Γιατί τα σπάσαμε τ’ αγάλματά των, γιατί τους διώξαμε απ’ τους ναού των, διόλου δεν πέθαναν για αυτό οι θεοί». Η τοποθέτησή του αργότερα, από τον τότε Υπουργό Υγεία Παρασκευά Αυγερινό ως προέδρου της πρώτης Επιτροπής του Εθνικού Συνταγολογίου μερικώς άμβλυνε τη χωριατιά.
Το γνώρισα περισσότερο όταν, ως εισηγητής της διδακτορικής μου διατριβής στην εισήγησή του προς την ιατρική Σχολή, έγραφε, σχολιάζοντας τη γλώσσα του κειμένου μου «…Ως προς την γλώσσαν, αύτη είναι είδος περίεργον και ιδιόρρυθμον δημοτικής…». Έτος 1978. Η δημοτική δεν είχε περάσει τους τοίχους της Ιατρικής Σχολής.
Ο Λούρος με τη «Γυναικολογία» του είχε ανοίξει μια χαραμάδα μόνο, και ο Γαρδίκα έγραφε τότε και μίλαγε αψεγάδιαστη καθαρεύουσα, όπως αψεγάδιαστη δημοτική έγραφε και μιλούσε αργότερα. Ο άνθρωπος με την ευρύτητα του πνεύματος που τον διέκρινε και την ευρυμάθεια του, δεν έμενε στην πεπατημένη.
Οίδα όμως τον άνθρωπο, τον επιστήμονα, τον λόγιο, τον γιατρό, όταν τον έζησα καθημερινά ως Πρόεδρο, ομότιμο καθηγητή πλέον, της πρώτης και ουσιαστικότερης Επιτροπής του Εθνικού Συνταγολογίου, στην οποία συμμετείχα ως γενικός συντονιστής. Τον έπαιρνα από το διαμέρισμά του, στην 7 η ώρα το πρωί και κατεβαίναμε στον ΕΟΦ, τότε Βουλής 4, όπου μαζί με τον Παναγιώτη Οικονομόπουλο και τον συχωρεμένο Βαγγέλη Γκαρέλη, εργαζόμασταν μέχρι τις 2-3 το μεσημέρι, προσπαθώντας να τακτοποιήσουμε το χάος των φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων και ουσιών, προκειμένου να συντάξουμε το πρώτο Εθνικό Συνταγολόγιο.
Κοσμημένος από τη φύση με λόγο και νου που «παλαιούμενος ανηβά» και είναι «νόσω αδιάφθορος, γήρα δε αλύμαντος» ο Κωνσταντίνος Γαρδίκας, γεραρός, σεβάσμιος, μεγαλοπρεπής, συντόνιζε το έργο πολυμελών επιτροπών αποτελουμένων από επίλεκτους επιστήμονες και καθηγητές όχι μόνο της Ιατρικής, αλλά και άλλων συναφών ειδικοτήτων, διακρίνοντας και επιβάλλοντας την ορθή επιλογή με το κύρος τους και την ισχύ του επιχειρήματος. Ακούραστος στις πολύωρες συνεδριάσεις, πάντοτε ενημερωμένος, με χιούμορ αντιμετωπίζοντας δύσκολες καταστάσεις, ήταν αυτός κυρίως που οδήγησε στην πρώτη του μορφή το Εθνικό Συνταγολόγιο. Στο διάστημα αυτό είχε αποκτήσει την εγγονή του. Πόσο τρυφερά αυτός ο κατά ορισμένους, ίσως και πολλούς, «σκληρός» άνθρωπος μίλαγε γι’ αυτό το κοριτσάκι.
Δουλεύοντας στον ΕΟΦ, πολλές φορές, ανέβαινε το μεσημέρι στο σπίτι του με τα πόδια, γιατί, όπως έλεγε περιπαικτικά, η μερσεντές που του είχε διατεθεί από το Υπουργείο δεν είχε έρθει. Προφανώς, καμία μερσεντές δεν περίμενε, επειδή καμιά δεν είχε διατεθεί. Και εάν υπήρχε η προσφορά, ούτε και θα την αποδεχόταν.
Σε μια από αυτές τις «αναβάσεις» ήρθε το έμφραγμα, που τον απομάκρυνε από κοντά μας. Τον επισκέφθηκα στον Ευαγγελισμό, όπου είχε εισαχθεί, με τον καθηγητή Ιορδάνογλου, όταν έκανε τον καθετηριασμό για τη στεφανιογραφία. Ήταν ξαπλωμένος στο χειρουργικό κρεβάτι, ντυμένος με την πράσινη φόρμα. Ολύμπιος όπως πάντα. «Ήρθε και ο κ. Ανευλαβής» του είπε ο Ιορδάνογλου. «Να βγάλουμε και δίσκο, τότε» έσκωπτε ο Γαρδίκας.
Αργότερα, πήγαμε οι τρεις μας (Γκαρέλης, Οικονομόπουλος και ο γράφων) να τον επισκεφθούμε στην μονάδα του Ευαγγελισμού. Μας δέχθηκε με χαμόγελο, εγκάρδια και μας ζήτησε να φέρουμε δουλειά, όσο ήταν στη Μονάδα, για να μην καθυστερεί εξ αιτίας του η έκδοση του Συνταγολογίου. Δεν μπορούσε να προβλέψει τις επιπλοκές που ακολούθησαν και την ανευρυσματεκτομή, που τις ξεπέρασε χαλκέντερος στην αρρώστια, όπως και στη δουλειά, ευχαριστώντας τον Καθηγητή Διονύση Κόκκινο, «Τον Διονυσάκη», που «δεν με άφησε να πεθάνω». Φεύγοντας από την μονάδα, η σύζυγός του μας παρακάλεσε, ευγενικά, αλλά με συγκρατημένη οργή, να τον αφήσουμε ήσυχο. «Η υγεία του δεν είναι καλή», είπε.
Μια τηλεφωνική επαφή είχα, έκτοτε, μαζί του. «Χαίρομαι που σας ακούω». «Χαίρεσαι που ζω ακόμη;»
Για εμάς, που ζήσαμε τον Ευαγγελισμό στα χρόνια της ακμής του, όταν η φήμη του Νοσοκομείου ήταν δημιούργημα της προσωπικότητας και του μόχθου των ανθρώπων, ο Γαρδίκας ήταν το μεγαλύτερο από τα ιερά τέρατα της Ιατρικής, που είχαν -κατά ευτυχή συγκυρία- συγκεντρωθεί, τότε, εκεί… και ο σημαντικότερος δάσκαλος.
Πλήρης ημερών, ο Δάσκαλος της Ιατρικής Κωνσταντίνος Γαρδίκας έκανε την τελευταία ιδιότυπη υπόκλισή του και αποχώρησε, από τη σκηνή.
Ελευθέριος Ανευλαβής
Κωνσταντίνος Γαρδίκας Ο Δάσκαλος της Ιατρικής
«Ένοικος τώρα του παντοτεινού, κεκυρωμένος»
Τάκης Σινόπουλος
«Νεκρόδειπνος»
[Ελευθέριος Ανευλαβής. Νεκρολογία Obituary
ΑΡΧΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ, 2003, 20(4):446-449]
GARDIKAS nekrologia
https://www.docmed.gr/konstantinos-d-gardikas-na-katargisoume-tin-pathologia/